Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2014

4ο Φιλοσοφικό Δοκίμιο: Αντικειμενικότητα: Μία Χρήσιμη Ουτοπία

          Ένα χαρακτηριστικό, για την αξία του οποίου ακούμε πολύ στις μέρες μας, είναι αναμφισβήτητα η αντικειμενικότητα. Πολύ συχνά ακούμε για την ανάγκη να είμαστε αντικειμενικοί, να έχουμε αντικειμενικές απόψεις, κι όχι υποκειμενικές, για πολλούς και διάφορους λόγους. Ισχύει όμως αυτό; Είναι όντως η αντικειμενικότητα το καλύτερο; Κι αν όντως δεχτούμε ότι είναι, μπορούμε να την πετύχουμε; Αυτά τα θέματα θα πραγματευτώ με το σημερινό μου κείμενο, το οποίο μπορεί να χαρακτηρίζω καθαρά φιλοσοφικό, αλλά νομίζω ότι είναι πολύ πολύπλοκο και πολυδιάστατο.


          Φυσικά, το καλύτερο είναι να ξεκινήσω διευκρινίζοντας τη σημασία του όρου αντικειμενικότητα. Αντικειμενικότητα, είναι ένα χαρακτηριστικό, που αφορά τις ανθρώπινες απόψεις. Αντικειμενικός είναι όποιος προσπαθεί να κρίνει αμερόληπτα, μη επιτρέποντας σε προσωπικές ιδεές, αξίες και προτιμήσεις του να εισέλθουν στην κρίση του και να τη μεταβάλουν-αλοιώσουν. Αντίθετα, όποιος δεν το κάνει αυτό, και κρίνει με βάση προσωπικές απόψεις και συναισθήματα, χαρακτηρίζεται από μια υποκειμενικότητα. Για παράδειγμα, βλέπουμε πολλές φορές γονείς να πιστεύουν ότι τα παιδιά τους είναι τα καλύτερα από όλα. Εκτός αν είναι η μία, από το ένα δισεκατομμύριο περιπτώσεων γονέων, που όντως έχουν τα καλύτερα παιδιά(σε σχέση με κάποια κριτήρια), η άποψή τους είναι λανθασμένη, κι υποκινείται όχι (μόνο)από αντικειμενικά κριτήρια(αντικειμενικά κριτήρια=χαρακτηριστικά κι ικανότητες του παιδιού), αλλά (κυρίως)από υποκειμενικά(από την αγάπη που έχουν για τα παιδιά τους, από την αίσθηση που έχουν ότι αυτά αποτελούν τη συνέχεια των ίδιων κλπ). Η διαφορά της ποιότητας των δύο κριτηρίων, είναι ότι τα αντικειμενικά θα μπορούν να τα δουν σχεδόν όλοι όσοι κρίνουν αντικειμενικά, ενώ τα υποκειμενικά θα ισχύουν για λίγα άτομα(πχ μόνο όσους αγαπούν το παιδί). Έτσι, στην πρώτη περίπτωση, οι περισσότεροι θα εγκωμιάζουν το παιδί, αφού θα είναι εμφανή τα ταλέντα του, ενώ στη δεύτερη, θα το εγκωμιάζουν μόνο όσοι το αγαπάνε(εκτός αν κι αυτοί μπορούν και θέλουν να κρίνουν αντικειμενικά, και δουν ότι δεν το αξίζει). Υπάρχει βέβαια κι η περίπτωση να συνυπάρχουν και να δρουν ταυτόχρονα, και αντικειμενικά, κι υποκειμενικά κριτήρια.

          Είναι, ή τουλάχιστον έτσι θέλω να πιστεύω, ξεκάθαρο το τι από τα δύο είναι καλύτερο: η αντικειμενικότητα ή η υποκειμενικότητα. Είναι ξεκάθαρα η αντικειμενικότητα, αφού η υποκειμενικότητα μας τυφλώνει και δεν μας επιτρέπει να δούμε καθαρά τα πράγματα, με αποτέλεσμα πολύ συχνά να κάνουμε λάθη. Αυτό θα γίνει ακόμα πιο φανερό με ένα παράδειγμα. Ας πούμε ότι κάποιος επιχειρηματίας αναζητάει οικονομικό διευθυντή για την επιχείρησή του, κι υπάρχουν δύο υποψήφιοι. Ο ένας είναι Έλληνας, κι ο άλλος Τούρκος. Ο Τούρκος έχει περισσότερα προσόντα και καλύτερη φήμη, αλλά ο επιχειρηματίας δεν συμπαθεί τους Τούρκους και προτιμάει έναν συμπατριώτη του, κι έτσι κρίνει καλύτερο τον Έλληνα. Αυτό είναι φυσικά μια καθαρά υποκειμενική κρίση. Και μπορούμε αρκετά εύκολα να φανταστούμε τα αποτέλεσματα αυτής της κίνησης. Ο επιχειρηματίας, και, κατά προέκταση, η επιχείρηση γενικότερα, δεν θα έχει τόσο καλή εξέλιξη και πρόοδο, όσο αν είχε προσληφθεί ο Τούρκος. Επίσης, ένας ταλαντούχος άνθρωπος θα μείνει χωρίς δουλειά. Ο μόνος που θα έχει ωφεληθεί, τουλάχιστον σε πρώτη φάση, θα είναι ο Έλληνας, ο οποίος προσελήφθη, αλλά είναι αρκετά πιθανό, αν ο διευθυντής τον κρίνει ανεπαρκή, να τον απολύσει. Βλέπουμε επομένως ότι μια υποκειμενική κρίση μπορεί να έχει, βραχυπρόθεσμα, καλά αποτέλεσματα(ο επιχειρηματίας θα νοιώθει καλύτερα έχοντας προσλάβει τον Έλληνα, από ότι τον Τούρκο, κι ο Έλληνας θα βρει δουλειά), αλλά, μακροπρόθεσμα, τα μειονεκτήματα θα είναι περισσότερα και σημαντικότερα. Τώρα πλέον, είναι νομίζω εντελώς ξεκάθαρο να κρίνουμε όσο πιο αντικειμενικά μπορούμε, κάτι που έχει μεγάλη σχέση, όπως μπορεί να καταλάβει κανείς, με την ικανότητα κάποιου να απομονώνει, σε ένα μεγάλο βαθμό, την κρίση του από τα διάφορα συναισθήματά του, κάτι το οποίω έχω προτείνει αρκετές φορές και στο παρελθόν.

          Γενικά, το να κρίνουμε με αντικειμενικά κριτήρια, είναι φυσικά πολύ καλύτερο. Ο βασικός λόγος, είναι ότι κρίνοντας έτσι, είμαστε περισσότερο δίκαιοι και αποδίδουμε στον καθένα ότι του αξίζει. Κι αυτό, έχει μεγάλη σημασία στη διασφάλιση της ομόνοιας μεταξύ των ανθρώπων. Αυτό είναι λογικό, από τη στιγμή, που αν οι άλλοι νοιωθουν ότι είμαστε δίκαιοι απέναντί τους, (είναι πιθανότερο ότι)θα μας σέβονται και θα μας αντιμετωπίζουν κι εκείνοι δίκαια. Και γενικά όμως, αν κρίνουμε με αντικειμενικά κριτήρια όλοι, είναι πιθανότερο να συμφωνούμε, παρά αν κρίνουμε με υποκειμενικά, που θα συμφωνούμε μόνο με λίγες και μικρές ομάδες ανθρώπων. Τέλος, όπως φάνηκε και από το παραπάνω παράδειγμα, το να κρίνουμε με αντικειμενικότητα είναι πολύ πιο αποτελεσματικό, αφού, αν το κάνουμε, έχουμε περισσότερες πιθανότητες να κρίνουμε σωστά. Για όλους αυτούς τους λόγους, θεωρώ πως η αντικειμενικότητα είναι κάτι πολύ καλό και χρήσιμο, και πως όλοι οι άνθρωποι θα έπρεπε να προσπαθούν να είναι αντικειμενικοί στις απόψεις τους και να μην αφήνουν προσωπικές εκτιμήσεις να τις επηρεάζουν.

          Είναι όμως αυτό δυνατό; Να κρίνουν οι άνθρωποι 100% με αντικειμενικά κριτήρια; Για μένα, όπως φαίνεται κι από τον τίτλο, όχι. Είναι μια ουτοπία, μια ιδανική, αλλά όχι και πραγματοποιήσιμη κατάσταση. Οι λόγοι που αυτό είναι δύσκολο, είναι πολλοί. Το βασικότερο όμως, είναι ότι δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για τίποτα, απολύτως. Τίποτα, από όσα θεωρούμε αληθινά, δεν μπορούμε να ξέρουμε με βεβαιότητα ότι είναι. Κι όταν λέω τίποτα, είναι μία από τις, πραγματικά ελάχιστες φορές, που το εννοώ στο ακέραιο κι όχι σε σχετικά απόλυτο βαθμό, με την έννοια <<σχεδόν τίποτα>>. Υπάρχουν τα πράγματα για τα οποία θα συμφωνήσουν πολλοί μαζί μου ότι δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για αυτά. Τα συναισθήματα των άλλων απέναντί μας, η ιστορία όπως τη μαθαίνουμε, η ύπαρξη Θεού ή όχι. Σε αυτά, δε χρειάζεται να κάνω κανένα σχόλιο, να αποδείξω κάτι, είναι εμφανές το ότι δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι, και το γιατί. Υπάρχουν όμως και κάποια άλλα που κάποιοι θα ισχυριστούν ότι μπορούμε να είμαστε σίγουροι για αυτά. Για τα δικά μας συναισθήματα. Και απαντάω σε αυτό, ότι η ανθρώπινη ψυχή παραείναι πολύπλοκο μηχάνημα, ώστε να μπορούμε να λέμε ότι είμαστε σίγουροι για το τι νοιώθει. Μπορούν κάποιοι να πουν ότι είμαστε σίγουροι για κάποιο φυσικό φαινόμενο, πχ για τον κύκλο του νερού. Κι όμως, κάθε μέρα γίνονται τόσες νέες ανακαλύψεις, και πολύ συχνά, ανακαλύψεις που δείχνουν ότι η αλήθεια είναι τελείως διαφορετική από αυτή που θεωρούσαν οι άνθρωποι μέχρι τότε. Κι υπάρχει και κάτι ακόμα: μπορεί κάποιοι να πουν ότι μπορούν να είμαστε σίγουροι για αυτά που βλέπουμε, ακούμε, και γενικά αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας. Κι αυτό είναι το δυσκολότερο να ανατραπεί. Και πάλι όμως, υπάρχουν κάποια σενάρια που το ανατρέπουν. Ένα τέτοιο, είναι να έχουμε παραισθήσεις: ναι, είναι σπάνιο, και δύσκολα γίνεται εκτεταμένο, αλλά ποιος, έχοντας παραισθήσεις, το καταλαβαίνει; Επίσης, μπορούμε να υποθέσουμε ότι κι οι αισθήσεις είναι κάτι υποκειμενικό: πχ, σε όσους έχουν γεννηθεί Μάιο να αρέσει το μπλε χρώμα και να μην αρέσει το κίτρινο, ενώ το αντίθετο να συμβαίνει με όσους έχουν γεννηθεί Οκτώβρη. Και κάπως έτσι, όλα τα πράγματα να είναι ουδέτερα, και το αν θα τα βλέπουμε όμορφα ή όχι να εξαρτάται από το πότε γεννηθήκαμε, και συνεπώς, με βάση αυτό, το ποια χαρακτηριστικά θα μας αρέσουν. Κι αυτό μάλλον είναι τρελό, αλλά ποιος μπορεί να αποδείξει ότι δεν ισχύει; Τέλος, μπορούμε να υποθέσουμε κι ότι υπάρχει και κάποιος θεός, ο οποίος μας χειρίζεται όπως θέλει, για να εξυπηρετηθεί κάποιος σκοπός, κι ελέγχει το τι βλέπουμε και τι όχι, το τι μας αρέσει και το τι όχι. Ποιος μπορεί να αποδείξει την ύπαρξη ή όχι κάποιου θεού; Κι ο λόγος που τα λέω όλα αυτά, είναι ότι θέλω να αποδείξω πως δεν μπορούμε για απολύτως τίποτα να είμαστε απολύτως σίγουροι, ούτε και για όσα αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας. Οπότε, εκ των πραγμάτων, δεν υπάρχει αντικειμενική αλήθεια, κι ο καθένας μπορεί να δεχτεί ως αληθές, το ό,τι επιθυμεί. Άρα, κανείς δεν μπορεί να είναι αντικειμενικός, ακόμα κι αν το θέλει, το μόνο που μπορεί(και πρέπει) να κάνει, είναι να προσπαθήσει να φτιάξει μια φιλοσοφία ζωής που να έχει διαμορφωθεί μέσα από την εμπειρία του, και να κρίνει με βάση αυτή, λαμβάνοντας αυτή ως αντικειμενική αλήθεια(πχ αν κάποιος κρίνει ότι, για να είναι κάποιος ποδοσφαιριστής καλός, θα πρέπει να είναι γρήγορος, αυτό είναι μια αντικειμενική κρίση, η οποία έχει διαμορφωθεί μέσα, τόσο από αντικειμενικά, όσο κι υποκειμενικά κριτήρια. Από κει και πέρα, αν κρίνει ένα παίκτη με βάση αυτό, θα είναι μια κρίση αντικειμενική, με την έννοια ότι θα τον κρίνει με βάσει αυτό που θεωρεί σωστό κι όχι αυτό που τον συμφέρει).

          Το <<αστείο>> βέβαια της υπόθεσης, αν μπορεί να χαρακτηριστεί έτσι, είναι ότι οι άνθρωποι παρουσιάζουν μια δυσκολία ακόμα και στην τήρηση της <<υποκειμενικής αντικειμενικότητάς>> τους. Δυσκολεύονται κάποιες φορές, να τηρήσουν ακόμα και τις αρχές που οι ίδιοι έχουν κατασκευάσει, στο μυαλό τους, έχοντας δεχτεί αυτές ως σωστές, ώστε να δρουν σύμφωνα με αυτές. Οι λόγοι που συμβαίνει αυτό είναι κυρίως τρεις. Ο πρώτος λόγος που οι άνθρωποι αδυνατούν να κρίνουν αντικειμενικά, είναι μια διπλή τάση τους: αφενός να σχηματίζουν πολύ γρήγορα άποψη για οτιδήποτε καινούριο συναντούν, κι αφετέρου να κάνουν ό,τι μπορούν, ένα σωρό <<τροποποιήσεις>> στις αντιλήψεις τους, έτσι ώστε να προστατεύσουν, όσο καλύτερα μπορούν, την αρχική τους κρίση(και δεδομένου ότι η αρχική κρίση πολύ συχνά είναι λανθασμένη, αφού διαμορφώνεται βιαστικά και χωρίς να έχει κανείς πάντα τα απαραίτητα στοιχεία, αυτός είναι ένας λόγος που οι άνθρωποι συχνά κάνουν ξανά και ξανά τα ίδια λάθη). Δηλαδή, αν σε κάποιον δεν αρέσει ένα φαγητό στην όψη ή/και στη μυρωδιά, και το κρίνει αρνητικά, λέγοντας ότι δεν είναι καλό, είναι πολύ πιθανό μετά, σύμφωνα με την ψυχολογία κι αρκετές επιστημονικές έρευνες, ακόμα κι αν έχει τέλεια γεύση, να προσπαθεί να του βρει <<κουσούρια>>, ώστε να επιβεβαιωθεί αυτό που είπε στην αρχή. Αυτό είναι κάτι πολύ συχνό, το οποίο γίνεται κυρίως ασυνείδητα, κι έχει ακόμα μεγαλύτερες πιθανότητες να γίνει, αν η διατύπωση της κρίσης έχει γίνει μπροστά σε άλλα άτομα, τα οποία είναι πιθανό μετά να υποδείξουν στον άνθρωπο το λάθος του. Αλλά ακόμα κι αν δεν υπάρχουν άλλοι, για την αυτοεκτίμηση του ατόμου, είναι πολύ σημαντικό να πείσει τον εαυτό του ότι δεν έσφαλε. Έτσι, συχνά οι άνθρωποι παραμερίζουν τα αντικειμενικά(σύμφωνα με εκείνους) κριτήρια, και εστιάζουν στην προάσπιση της αρχικής κρίσης τους. Η γνώμη μου πάντως είναι ότι το να παραδεχτεί κάποιος ότι έκανε λάθος και να προσπαθήσει να το διορθώσει είναι σπουδαιότερο από το να έχει δίκιο εξαρχής, γιατί είναι κάτι πολύ πιο δύσκολο κι επίσης δείχνει ότι κάποιος, όχι μόνο ξέρει(πλέον) ποιο είναι το σωστό, αλλά έχει και την ψυχική δύναμη και την εντιμότητα να παραδεχθεί το λάθος του.

          Ο δεύτερος λόγος, που οι άνθρωποι δυσκολεύονται να είναι αντικειμενικοί, είναι ότι πολύ συχνά τους παρέχονται ελλιπείς ή ακατανόητες, για αυτούς πληροφορίες. Όποτε κάποιος δεν ξέρει όσα θέλει για κάτι, συμπληρώνει, έστω και ασυνείδητα, τις υπόλοιπες πληροφορίες με αυτές που του υπαγορεύει η προσωπική του κρίση. Όποτε πάλι δεν καταλαβαίνει κάτι, το ερμηνεύει ανάλογα με το πώς τον συμφέρει να το ερμηνεύσει, ώστε να επιβεβαιωθεί η αρχική κρίση του για αυτό που αφορά αυτό το κάτι. Επομενως, κι εδώ έχουμε να κάνουμε με την προστασία της αρχικής κρίσης. Με τη διαφορά ότι εδώ, δεν φταίει ο άνθρωπος που ερμηνεύει τα γεγονότα όπως θέλει, αλλά εκείνοι που δεν του προσφέρουν ακριβείς ή/και επαρκείς πληροφορίες. Τότε λοιπόν, είναι λογικό ο άνθρωπος να προσπαθήσει να τις ερμηνεύσει/συμπληρώσει, ώστε να βγάλει κάποιο νόημα, κι ακόμα πιο λογικό το να το κάνει με βάση το τι αντιλαμβάνεται ο ίδιος ως σωστό ή αληθές, σύμφωνα με την προσωπική του κρίση. Βέβαια πολλοί παραποιούν επίσης πληροφορίες, έτσι ώστε να ανταποκρίνονται αυτές στην κρίση τους. Σε αυτή την περίπτωση βέβαια, το λάθος είναι του ανθρώπου που το κάνει, κι αφορά κυρίως την προστασία των αρχικών κρίσεων, από ιδέες ή πληροφορίες αντίθετες με αυτή, για την οποία μίλησα στην προηγούμενη παράγραφο, κι όχι των άλλων, όπως στις περιπτώσεις που κάποιοι δίνουν στο άτομο πληροφορίες που είτε δεν καταλαβαίνει(αρκετά), είτε δεν είναι πλήρεις.

          Όσον αφορά τον τρίτο λόγο, έχω αφιερώσει ένα ολόκληρο δοκίμιο(6ο ψυχολογικό) σε αυτόν. Αυτός ο λόγος είναι οι εμμονές. Όπως ανέλυσα και στο δοκίμιο αυτό, οι διάφορες εμμονές επηρεάζουν την κρίση του ανθρώπου, μη επιτρέποντας σε αυτόν να δει καθαρά. Έτσι, ο άνθρωπος προσεγγίζει είτε την υπερβολή(σε σχέση με αυτό που θεωρεί μέτρο η κοινωνία, συνήθως), είτε την έλλειψη. Αν για παράδειγμα κάποιος έχει εμμονή που έχει δημιουργηθεί από το μίσος του για κάποιον άλλο, τότε είναι πιθανό ότι κάνει αυτός να το κρίνει ο πρώτος αρνητικά, ή έστω πιο αυστηρά από ότι συνήθως. Κάτι, που όπως φάνηκε κι από το παράδειγμα με το οποίο ξεκίνησα το παρόν δοκίμιο, δεν έχει αρνητικά αποτελέσματα μόνο στον άλλο, αλλά και πάνω στο ίδιο το άτομο. Για την ακρίβεια, οι εμμονές έχουν 3 σκέλη. Το ψυχικό(νοιώθεις συνεχώς, ή έστω, με κάθε ευκαιρία, κάποιο συναίσθημα), το σκέλος της συμπεριφοράς(συμπεριφέρεσαι συνεχώς, ή έστω, με κάθε ευκαιρία, με έναν συγκεκριμένο τρόπο) και το νοητικό σκέλος. Το νοητικό σκέλος αφορά την αδυναμία του ανθρώπου να κρίνει αντικειμενικά-την τάση του να επιτρέπει σε προσωπικές εκτιμήσεις/προτιμήσεις να επηρεάζουν την κρίση του. Και τα τρία σκέλη σχετίζονται με κάποιες δυσλειτουργίες, για αυτό κι οι εμμονές είναι κάτι κακό, κι όλοι πρέπει να απαλλαγούμε, όσο είναι δυνατόν, από αυτές. 

          Και τα τρία αυτά που ανέφερα, ειδικά τα δύο πρώτα, είναι παράγοντες που εξαρτώνται από λίγο ως και καθόλου από τον άνθρωπο, καθώς αποτελούν κυρίως υποσυνείδητες διαδικασίες, πάνω στις οποίες δεν έχει εξουσία. Επίσης, όπως είπα και πιο πριν, για τίποτα δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι, επομένως ούτε αντικειμενικοί. Όλα όσα πιστεύουμε είναι αποτελέσματα της προσωπικής μας κρίσης, των προσωπικών μας πεποιθήσεων και δεν υπάρχει μια μόνη κι αναντίρρητη αλήθεια, με την οποία πρέπει όλοι να συμμορφωνόμαστε. Επομένως, ένα πολύ καλό ερώτημα είναι το πώς μπορούμε τελικά να προσεγγίσουμε την αντικειμενικότητα. Να τη φτάσουμε δεν θα καταφέρουμε ποτέ, όπως είπα, και για αυτό τη χαρακτήρισα ουτοπία. Παρ'ολ'αυτά, μπορούμε να την προσεγγίσουμε. Ο βασικός τρόπος με τον οποίο μπορούμε να το κάνουμε αυτό, είναι, όπως είπα, να διαμορφώσουμε μια <<αντικειμενική>> φιλοσοφία ζωής, με βάση την εμπειρία μας, και να προσπαθούμε να την τηρούμε. Δηλαδή, πρέπει όλοι να ψάξουμε να βρούμε την αλήθεια. Επιλέγοντας ως επιμέρους στοιχεία της αλήθειας αυτής, όχι πράγματα που μας συμφέρει να δεχτούμε ως αληθινά, για τον ένα ή για τον άλλο λόγο, αλλά αντικειμενικές αλήθειες: πράγματα που φαίνεται σε μας ότι ισχύουν, τουλάχιστον σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό. Φυσικά, πάντα θα υπεισέρχεται το προσωπικό στοιχείο, καθώς και η πιθανότητα σφάλματος, και ποτέ δεν θα μπορούμε να σεβόμαστε τελείως ευλαβικά ούτε και τη δικιά μας φιλοσοφία, κι ίσως κι η ζωή μας να ήταν πολύ <<άχρωμη>>, αν δεν υπήρχαν αυτά. Πιστεύω όμως ότι αν το κίνητρο, με το οποίο κρίνουμε ή αξιολογούμε κάτι, είναι το να βρούμε την πραγματική αλήθεια, κι όχι την αλήθεια που μας συμφέρει, που εξυπηρετεί κάποιο σκοπό μας, και παράλληλα δρούμε και κρίνουμε με βάση αυτή την αλήθεια και χωρίς να την παραβιάζουμε, τότε θα τα καταφέρουμε σε έναν αρκετά μεγάλο βαθμό, ώστε να απολαύσουμε τα ωφέλη της αντικειμενικότητας, για τα οποία έκανα λόγο παραπάνω.

          Πριν κλείσω, θα ήθελα να κάνω μια σημαντική διευκρίνιση, προς αποφυγίν παρεξηγήσεων. Έχω μιλήσει αρκετές φορές για τους δύο τύπους ευφυΐας, τη υποκειμενώδη και την αντικειμενώδη(ή την υποκειμενική και την αντικειμενική). Θα μπορούσε κάποιος, διαβάζοντας ίσως και το σημερινό κείμενο, να υποθέσει ότι η υποκειμενώδης είναι αυτή που χρησιμοποιούμε όταν κρίνουμε με υποκειμενικά κριτήρια κι η αντικειμενώδης αυτή που χρησιμοποιούμε όταν κρίνουμε με αντικειμενικά. Παρ'όλ'αυτά, αυτό δεν ισχύει. Άλλωστε, όπως είπα, ποτέ δεν μπορούμε να κρίνουμε εντελώς αντικειμενικά, οπότε η αντικειμενώδης εξυπνάδα, με αυτή την έννοια, δεν θα μπορούσε να υφίσταται. Αυτό που ισχύει, είναι ότι η υποκειμενώδης ευφυΐα είναι αυτή που χρησιμοποιούμε για θέματα στα οποία υπάρχουν πολλές και διάφορες απόψεις(πχ όταν κρίνουμε μια ταινία), ενώ η αντικειμενική είναι αυτή που χρησιμοποιούμε για τα θέματα στα οποία υπάρχει (κυρίως, αν όχι εντελώς)μία άποψη(πχ ότι το 3 είναι μεγαλύτερος αριθμός από το 2) και προσεγγίζει κυρίως αυτό που λέμε ευστροφία, το πόσο καλά δουλεύει το μυαλό, σε αντίθεση με την υποκειμενώδη που είναι ένα διαρκώς αναπτυσσόμενο χαρακτηριστικό και βελτιώνεται με τη χρήση και την εμπειρία. Δηλαδή, οι χαρακτηρισμοί υποκειμενώδης κι αντικειμενώδης, δεν προκύπτουν από τον τρόπο που σκέφτεται το άτομο για κάποιο θέμα(από αυτό κρίνεται το αν θα χαρακτηρίσουμε κάποιον αντικειμενικό ή υποκειμενικό κριτή), αλλά από το ίδιο το θέμα. Κατά τ'άλλα, είναι δυνατόν κάποιος να σκέφτεται αντικειμενικά για κάποιο θέμα που αφορά την υποκειμενώδη εξυπνάδα, καθώς και να σκέφτεται υποκειμενικά για κάποιο που αφορά την αντικειμενώδη(αυτό το δεύτερο είναι πολύ δύσκολο βέβαια, να αμφιβάλλει κάποιος για τα αυτονόητα). Ας μην τα μπερδεύουμε λοιπόν.

          Και κάπου εδώ, είναι νομίζω η ώρα να τελειώσω και τη σημερινή αναφορά μου. Ελπίζω να κατάφερα να αποδείξω την ανάγκη για αντικειμενικότητα, όσο δύσκολο κι αν είναι να προσεγγιστεί αυτή, και να εξηγήσω τον τρόπο που μπορούμε να την πλησιάσουμε. Ας έχουμε στο μυαλό μας ότι αντικειμενικότητα δε χρειάζεται μόνο στους δικαστές και στους ιστορικούς, αλλά σε όλους τους ανθρώπους, προκειμένου να υπάρχει σωστή επικοινωνία και να αποφεύγονται άσκοπες διχόνοιες και διαμάχες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου