Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2013

4ο Ψυχολογικό Δοκίμιο: Χαρά, Λύπη κι η επίδρασή τους στην απόδοση του ανθρώπου

         Η σημερινή μου ανάρτηση αφορά δύο συναισθήματα, τη χαρά και τη λύπη. Ή μάλλον τέσσερα, αφού τόσο η χαρά, όσο κι η λύπη διαιρούνται για μένα σε δύο άλλα συναισθήματα η καθεμία. Η χαρά στην ευχαρίστηση και την ευτυχία κι η λύπη στη δυσαρέσκεια και την δυστυχία. Θα αναλύσω όμως και τα τέσσερα στο ίδιο δοκίμιο, αφού μεταξύ της ευχαρίστησης και της ευτυχίας, καθώς και μεταξύ της δυσαρέσκειας και της δυστυχίας δεν υπάρχουν μεγάλες διαφορές. Για την ακρίβεια, η βασική διαφορά τους έχει να κάνει με τη διάρκεια τους. Όσον αφορά το πώς βιώνονται από τον άνθρωπο και τι αποτελέσματα έχουν για αυτόν, μοιάζουν πολύ μεταξύ τους. Πέραν από την ανάλυση των συναισθημάτων αυτών, στόχος μου είναι επίσης να δείξω το πώς επηρεάζουν την ανθρώπινη απόδοση/συμπεριφορά.  



          Ας ξεκινήσουμε με τη χαρά, και συγκεκριμένα την ευχαρίστηση. Αυτό το συναίσθημα προκαλείται όταν ο άνθρωπος βρεθεί σε μια ωραία για αυτόν κατάσταση, η οποία είτε εξαρτάται, είτε δεν εξαρτάται από αυτόν. Αν κάποιος δηλαδή ακούσει ένα ωραίο τραγούδι στο ραδιόφωνο ή οι φίλοι του τού κάνουν ένα πάρτι-έκπληξη για τα γενέθλιά του, τότε μάλλον θα νοιώσει ευχαρίστηση. Αυτά δεν εξαρτώνται από αυτόν. Αν πάλι κάποιος, που του αρέσει το ποδόσφαιρο, παίξει ποδόσφαιρο, τότε πάλι θα νοιώσει πιθανότατα ευχαρίστηση. Αυτό εξαρτάται από αυτόν. Κι οι δύο περιπτώσεις προϋποθέτουν ότι ο άνθρωπος θα κάνει κάτι ή θα έρθει σε επαφή με άτομα/αντικείμενα που αγαπάει γνήσια(έχει γίνει αναφορά για τη σχέση αγάπης-ευχαρίστησης και στο δοκίμιο για την αγάπη-1ο ψυχολογικό-, ως ένα από τα έξι χαρακτηριστικά της μόνιμης αγάπης), το μόνο που διαφέρει είναι αν αυτό θα συμβεί με δική του προσπάθεια ή όχι(από προσπάθεια άλλου/τυχαία). Όταν λοιπόν κάνουμε κάτι που αγαπάμε, ή βρισκόμαστε με κάποιον που αγαπάμε γνήσια, και όλοι το ξέρουμε αυτό, τότε αισθανόμαστε ευχαρίστηση. Ευχαρίστηση μπορούμε επίσης να νοιώσουμε όταν βιώνουμε και κάποιο άλλο όμορφο συναίσθημα(ελπίδα, έρωτα, αγάπη, πίστη κλπ). Όσον αφορά πάλι την (αληθινή)ευτυχία, αυτή προκαλείται με ένα και μόνο τρόπο. Όλοι έχουμε κάποιους στόχους-όνειρα για τη ζωή μας. Και να ξεκαθαρίσω ότι αυτή τη στιγμή αναφέρομαι σε στόχους μεγάλους, οι οποίοι αρκούν σε κάποιον για να χαρακτηρίσει τη ζωή του ωραία, ανεξαρτήτως των υπολοίπων, κι όχι σε όλα αυτά τα πράγματα που θέλουμε να συμβούν καθημερινά. Π.χ. κάποιος μπορεί να θέλει να πάρει αύξηση στη δουλειά του, αλλά δεν μπορεί να είναι αυτός στόχος ζωής(μπορεί βέβαια να αποτελέσει στόχο ζωής για κάποιον το να γίνει πλούσιος αλλά αυτό είναι κάτι διαφορετικό). Όταν λοιπόν κάποιος πετύχει το βασικό στόχο της ζωής του, ή έναν από τους λίγους(δε γίνεται οι βασικοί να είναι πολλοί, αφού και μόνο από άποψη χρόνου να το δει κανείς οι βασικοί παίρνουν χρόνο για να πραγματοποιηθούν[αν πραγματοποιούνταν εύκολα, π.χ. το να αγοράσει κάποιος ένα ζευγάρι παπούτσια, δε θα τους έδινε κάποιος ιδιαίτερη σημασία] κι αν ήταν πολλοί θα ήταν σαν να αλληλοαναιρούνται μιας και το άτομο δεν θα μπορούσε να τους πετύχει όλους.), τότε επιτυγχάνεται η αληθινή ευτυχία, η οποία σαν αίσθηση είναι (σχεδόν)ίδια με την ευχαρίστηση, με μόνη αντίθεση όμως πως αυτή κρατάει για πάντα, εκτός αν ο στόχος χαθεί, π.χ. αν κάποιος που έχει για στόχο να γίνει πλούσιος αρχικά τα καταφέρει, αλλά στη συνέχεια χάσει τα λεφτά του. Πάντως ως προς την αίσθηση που προκαλούν στον άνθρωπο η ευχαρίστηση κι η ευτυχία μοιάζουν πάρα πολύ. Την ευφορία που υπάρχει και στις δύο περιπτώσεις θεωρώ μάταιο να την περιγράψω, αφού αφενός είναι εξαιρετικά δύσκολο, κι αφετέρου πιστεύω πως όλοι την ξέρουν ως αίσθηση.        
 

          Συνεχίζω τώρα με το δεύτερο συναίσθημα στο οποίο θα αναφερθώ στο παρόν κείμενο, τη λύπη, και τις υποδιαιρέσεις της. Σχετικά με τη δυσαρέσκεια, αυτή προκαλείται με τον αντίθετο τρόπο από ότι η ευχαρίστηση, καθώς είναι το αντίθετο συναίσθημα. Όπως λοιπόν η ευχαρίστηση προκαλείται όταν ο άνθρωπος βιώνει μια ευχάριστη κατάσταση, την οποία προκαλεί είτε ο ίδιος, είτε κάποιος άλλος, ή ακόμα κι η τύχη, και περιλαμβάνει ενασχόλησή του με μια ασχολία ή επαφή με ένα άτομο/ζώο/αντικείμενο που αγαπά, έτσι κι η δυσαρέσκεια προκαλείται όταν ο άνθρωπος βιώνει μια δυσάρεστη κατάσταση. Αυτή μπορεί να έχει προκληθεί από εκείνον ή όχι και σχετίζεται με τη βίωση κάποιου άσχημου συναισθήματος(π.χ. φόβος, μίσος, απαισιοδοξία) ή ενασχόληση-επαφή του με μια ασχολία-άνθρωπο/ζώο/αντικείμενο που μισεί. Βέβαια αυτό που πρέπει να αναφερθεί, όπως και στην περίπτωση της ευχαρίστησης, είναι ότι αυτό δεν είναι πάντα απόλυτο. Αν δηλαδή κάποιος εργαζόμενος υποπέσει σε κάποιο παράπτωμα και κινδυνεύσει να χάσει τη δουλειά του, απλώς δεχτεί κάποια μείωση στις αποδοχές του, κάτι που από μόνο του θα τον έκανε να νοιώσει δυσαρέσκεια, στη συγκεκριμένη περίπτωση μάλλον θα τον κάνει να νοιώσει ευχαρίστηση-ανακούφιση. Δηλαδή ευχαρίστηση και δυσαρέσκεια μπορεί να υπάρξει όχι μόνο από την επιβεβαίωση κάποιας ελπίδας ή κάποιου φόβου αντίστοιχα, αλλά και από τη διάψευση ενός φόβου(=ανακούφιση) ή μιας ελπίδας(=απογοήτευση) (αντίστοιχα).  Αυτό όμως δε συμβαίνει στη σχέση ευτυχίας-δυστυχίας. Αν δηλαδή κάποιος πχ δεν πετύχει ένα στόχο του, το να πετύχει έναν μικρότερο, ενώ θα μπορούσε να μην έχει πετύχει π.χ. τίποτα, δε θα είναι αρκετό για να τον κάνει να νοιώσει ευτυχία. Το ίδιο ισχύει και με τη δυστυχία, η οποία, προκαλείται με τον αντίθετο τρόπο από την ευτυχία. Η δυστυχία λοιπόν, όπως εύκολα καταλαβαίνει κανείς, βιώνεται από τον άνθρωπο όταν αυτός αποτυγχάνει μια για πάντα(ή τουλάχιστον αυτό νομίζει, γιατί μερικές φορές οι άνθρωποι τα παρατούν ενώ έχουν ακόμα ελπίδες) στον/ σε έναν από τους θεμελιώδεις στόχους που είχε θέσει για τη ζωή του και κρατάει πάντα, όπως κι η ευτυχία, εκτός αν ένας στόχος που αρχικά μοιάζει χαμένος τελικά επιτευχθεί. Αυτό που πρέπει να τονιστεί και στις δύο περιπτώσεις είναι ότι ευχαρίστηση και δυσαρέσκεια, ευτυχία και δυστυχία μπορούν να προκληθούν κι από τη μετάβαση από ευχάριστη σε μια δυσάρεστη κατάσταση(όσο μεγαλύτερη είναι η μετάβαση, τόσο εντονότερο το συναίσθημα). Όπως και παραπάνω, δε θα αναφερθώ στην κοινή αίσθηση(δυσφορία) που δίνουν τα δύο αυτά συναισθήματα, μιας και δεν κρίνω ότι χρειάζεται για τους λόγους που ανέφερα και πριν.



          Ας δούμε λοιπόν τώρα την επίδραση που έχουν αυτά τα τέσσερα συναισθήματα στην απόδοση του ανθρώπου(ξεκαθαρίζω βέβαια ότι όσα θα πω στην παράγραφο αυτή στηρίζονται σε ατομικές παρατηρήσεις μου, τόσο πάνω σε εμένα, όσο και πάνω σε άλλους). Είναι νομίζω αρκετά γνωστό ότι η ευχαρίστηση κι ευτυχία έχουν θετικό αποτέλεσμα στην επίδοση του ανθρώπου. Κάποιος άνθρωπος ο οποίος είναι ευτυχισμένος ή ευχαριστημένος μπορεί να κάνει κάποια δραστηριότητα με πολύ μεγαλύτερη επιτυχία από όση έχει κανονικά στη δραστηριότητα αυτή. Για παράδειγμα, όταν κάποιος παίζει ποδόσφαιρο σε μια ομάδα με φίλους του, θα νοιώθει ευχαρίστηση, αφού θα βρίσκεται με άτομα που αγαπάει(ευχάριστη κατάσταση) κι ως εκ τούτου θα αποδώσει πολύ καλύτερα από όσο θα αποδώσει αν παίξει σε μια ομάδα με άτομα άγνωστα ή αδιάφορα σε αυτόν. Ο λόγος δεν θα είναι φυσικά ότι θα βελτιωθεί η ικανότητά του στο ποδόσφαιρο. Αυτό που θα βελτιωθεί θα είναι η θέλησή του να τα καταφέρει. Όσο πιο ευχαριστημένος είναι κάποιος, τόσο περισσότερη θα είναι κι η διάθεσή του να προσπαθήσει για να τα καταφέρει. Επομένως σε αυτό η ευχαρίστηση κι η ευτυχία μοιάζουν. Υπάρχει βέβαια και μια διαφορά. Η ευτυχία επηρεάζει θετικά κάθε προσπάθεια του ανθρώπου, ενώ η ευχαρίστηση μόνο ορισμένες, αυτές που γίνονται σε πλαίσια μιας επιθυμητής κατάστασης, γιατί μόνο τότε υφίσταται(ενώ η ευτυχία έχει διάρκεια). Δηλαδή για έναν άνθρωπο που είναι ευτυχισμένος η διάθεσή του θα είναι πάντα αυξημένη(βέβαια άλλο αυξημένη κι άλλο πολλή). Για κάποιον όμως που στηρίζεται στην ευχαρίστηση αυτό δε σημαίνει ότι η απόδοσή του θα είναι αυξημένη σε κάθε του ασχολία. Αυξημένη διάθεση θα παρουσιάζει μόνο όταν βιώνει μια ευχάριστη κατάσταση. Δηλαδή, για παράδειγμα, ένας άνθρωπος που του αρέσει να ζωγραφίζει, όταν το κάνει θα νοιώθει ευχαρίστηση κι η διάθεσή του να τα καταφέρει θα αυξάνεται. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι θα αυξάνεται κι όταν κάνει και κάτι το οποίο δεν του αρέσει/του είναι αδιάφορο, π.χ. τραγουδάει. Όσον αφορά τη δυστυχία και τη δυσαρέσκεια, είναι νομίζω αυτονόητο ότι, ως αντίθετα με την ευτυχία και την ευχαρίστηση συναισθήματα, θα έχουν και τα αντίθετα αποτελέσματα. Η απόδοση δηλαδή κάποιου ανθρώπου δυστυχισμένου θα είναι πάντα μειωμένη κι αντίστοιχα ενός ανθρώπου που βρίσκεται σε μια δυσάρεστη κατάσταση, επομένως είναι δυσαρεστημένος, θα είναι επίσης μειωμένη όταν ασχολείται με κάτι στα πλαίσια της δυσάρεστης κατάστασης. Ειδικά αυτό το τελευταίο είναι νομίζω πολύ εμφανές στις μέρες μας, όπου οι περισσότεροι άνθρωποι, ασχολούνται, για οικονομικούς λόγους, με δουλειές που δεν τους (πολύ)αρέσουν. Έτσι η απόδοσή τους είναι μειωμένη, καθώς νοιώθουν δυσαρέσκεια. Βέβαια για αυτό μπορεί να ευθύνεται κι η τεμπελιά, κι η ανεθυνότητα. Όταν όμως ένας ηθικός άνθρωπος έχει μειωμένη απόδοση στη δουλειά του ευθύνεται σίγουρα η δυσαρέσκεια ή η δυστυχία που νοιώθει. Και είναι πολλοί οι άνθρωποι στις μέρες μας, ηθικοί ή μή, που λόγω αυτών των συναισθημάτων, παρουσιάζουν μειωμένη απόδοση στη δουλειά τους. Κλείνοντας, θα ήθελα να επισημάνω ότι, όπως η ευτυχία κι η ευχαρίστηση, έτσι κι η δυστυχία κι η δυσαρέσκεια μοιάζουν ως προς την επίδρασή τους πάνω στον άνθρωπο, με μόνη εξαίρεση το ότι η δυστυχία υφίσταται σε κάθε προσπάθεια του ανθρώπου που τη νοιώθει ενώ η δυσαρέσκεια μόνο σε όσες γίνονται σε πλαίσια κάποια δυσάρεστης κατάστασης.

          Κι επειδή στο θέμα χαράς-λύπης μοιάζουν να υπάρχουν κάποιες λάθος αντιλήψεις, θα ήθελα να ξεκαθαρίσω δύο πράγματα. Το πρώτο είναι ότι αυτά που αγαπάει και μισεί ένας άνθρωπος, από τα οποία προκαλείται η ευχαρίστηση κι η δυσαρέσκεια, καθώς και οι στόχοι του, από τους οποίους προκαλούνται η ευτυχία κι η δυστυχία, είναι πράγματα που εξαρτώνται περισσότερο από το υποσυνείδητο(=μεσάζοντας μεταξύ μυαλού και ψυχής) του. Δε διαλέγει κάποιος μόλις γεννηθεί π.χ. ότι το ποδόσφαιρο θα το αγαπά ενώ το μπάσκετ όχι. Αυτά τα πράγματα απλά συμβαίνουν με βάση τις εμπειρίες του, τις γνώσεις του κ.λ.π., όπως θα διευκρινίσω στο επόμενο ψυχολογικό δοκίμιο. Επομένως είναι εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι απίθανο, κάποιος να έχει στόχους που αν τους πετύχει θα τον βλάψουν, μιας κι υπάρχει στην εξίσωση και το εξαιρετικά δυνατό ένστικτο της αυτοσυντήρησης, που μπορεί να διακρίνει το καλό και το κακό για τον άνθρωπο καλύτερα και από την ορθότερη κρίση. Κι αντίστοιχα να αγαπάει πράγματα που του κάνουν κακό και να μισεί πράγματα που του κάνουν καλό. Αυτό σημαίνει ότι αν συμβαίνει κάτι από αυτά σε κάποιον άνθρωπο, εκείνος μάλλον δεν έχει γνωρίσει τον εαυτό του και στην πραγματικότητα δεν ξέρει τι είναι αυτό που θέλει. Εδώ έρχεται και το δεύτερο πράγμα που θέλω να τονίσω. <<Γνώθι σαυτόν>> έλεγε ο Σωκράτης. Κι είχε απόλυτο δίκιο. Οι άνθρωποι επιβάλλεται να εξερευνήσουν όσο καλύτερα μπορούν τον εαυτό τους και να μάθουν όσο το δυνατόν περισσότερα για αυτόν. Γιατί συχνά οι άνθρωποι βρίσκονται να χαραμίζουν μια ζωή για να πετύχουν ένα στόχο, για να ανακαλύψουν στο τέλος ότι στην πραγματικότητα δεν ήθελαν αυτό. Δυστυχώς, δεν παρουσιάζει μόνο η επικοινωνία με τους άλλους προβλήματα στις μέρες μας, αλλά κι η επικοινωνία με τον εαυτό μας, η οποία είναι, θεωρώ, ευκολότερη. Πρέπει όμως ο άνθρωπος να πετάξει τις παρωπίδες και να ψάξει τι πραγματικά θέλει. Να επικοινωνήσει το μυαλό με την ψυχή και να την ακούσει πραγματικά κι όχι να ακούει ότι θέλει να ακούσει. Γιατί η υγιής ψυχή(που έχει τις επιθυμίες) δεν κάνει ποτέ λάθος. Ούτε και το υγιές μυαλό(που σκέφτεται το πως θα τις πραγματοποιήσει). Τα λάθη στο 97% των περιπτώσεων(το νούμερο είναι ενδεικτικό και προκύπτει από την πείρα μου, αυτό που εννοώ είναι στην συντριπτική πλειοψηφία) αποτελούν αποτέλεσμα της λάθος κατανόησης των επιθυμιών της ψυχής από το μυαλό(η αλήθεια είναι ότι στις μέρες μας τα μυαλά υφίστανται πολύ μεγαλύτερη ζημιά από τις ψυχές των ανθρώπων~3ο Κοινωνιολογικό Δοκίμιο). Ο άνθρωπος όμως πρέπει να ψάξει να βρει τι πραγματικά θέλει γιατί αν αργήσει ίσως χάσει τον/τους αληθινό/αληθινούς στόχο/στόχους του. Και τότε, όπως προανέφερα, θα είναι για πάντα δυστυχισμένος.

          Κλείνοντας, θα ήθελα να ξεκαθαρίσω και κάτι ακόμα. Εξήγησα τι εννοώ με τις λέξεις χαρά, λύπη, ευτυχία, δυστυχία, ευχαρίστηση, δυσαρέσκεια. Δε χρειάζεται όμως να κολλάμε στις λέξεις, Κάποιος μπορεί πολύ άνετα να χαρακτηρίζει αυτό που εγώ λέω χαρά ως ευτυχία. Το σημαντικό, αυτό που πρέπει να κρατάμε είναι το νόημα. Κατα τ'αλλα, δε νομίζω ότι χρειάζεται να πω κάτι άλλο. Θα κλείσω λοιπόν το κείμενο αυτό με έναν ασυνήθιστο τρόπο, με μια ευχή. Μακάρι όλοι οι άνθρωποι να είναι χαρούμενοι, ευχαριστημένοι, ευτυχισμένοι(είναι καλό βέβαια να νοιώθουμε και λύπη καμιά φορά για να καταλαβαίνουμε την αξία της χαράς καλύτερα)!!!

                                                         Homo Cogitans

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου