Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2013

5ο Ψυχολογικό Δοκίμιο: Quo modo tabula scribitur/scripta est

          Το παρόν δοκίμιο αποτελεί συνέχεια του 8ου φιλοσοφικού λογικού, στο οποίο κρίνονταν οι 3 απόψεις περί της διαμόρφωσης της ανθρώπινης προσωπικότητας. Ο λόγος που αυτό είναι ψυχολογικό ενώ το προηγούμενο ήταν φιλοσοφικό είναι ότι στο προηγούμενο η συζήτηση ήταν σε περισσότερο θεωρητικά επίπεδα. Αντίθετα με αυτό, στο παρόν δοκίμιο θα προσπαθήσω να μιλήσω πρακτικά για το πώς διαμορφώνεται η προσωπικότητα του ανθρώπου(Quo modo tabula scribitur/scripta est=Πώς γράφεται/έχει γραφεί ο πίνακας), κάτι που αποτελεί ζήτημα ενός κλάδου της ψυχολογίας(αναπτυξιακή ψυχολογία-αλλά κι αυτού της προσωπικότητας βέβαια), εξ'ού και ψυχολογικό. (Να ξεκαθαρίσω βέβαια ότι, όπως πάντα, τα περισσότερα από όσα γράφω δε βασίζονται σε επιστημονικές έρευνες και βιβλιογραφία, αλλά σε δικές μου σκέψεις). Σε κάθε περίπτωση πάντως, και τα δύο κείμενα μπορούν να χαρακτηριστούν είτε φιλοσοφικά(λογικά) είτε ως ψυχολογικά.


          Όπως λοιπόν ανέφερα και παραπάνω, το θέμα αυτής μου της ανάρτησης είναι το <<πώς γράφεται ή έχει γραφεί τελικά ο "πίνακας">>, πώς διαμορφώνεται η προσωπικότητα του ανθρώπου. Αυτό είναι φανερό, για όποιον διάβασε την προηγούμενή μου ανάρτηση, στην οποία έκρινα τις 3 υποθέσεις που υπάρχουν για αυτό το ζήτημα, ότι, κατά τη γνώμη μου, καμία απ'αυτές δεν είναι η απάντηση. Για την ακρίβεια, η απάντηση βρίσκεται ανάμεσα στην πρώτη υπόθεση(:η προσωπικότητα είναι θέμα γονιδίων) και στην τρίτη(:η προσωπικότητα είναι σταδιακής διαμόρφωσης με βάση την εμπειρία-μέχρι τώρα ζωή), ενώ αποκλείεται η δεύτερη(:η προσωπικότητα είναι θέμα τύχης). Για να γίνω πιο κατανοητός, θα φέρω ένα παράδειγμα. Ας αφήσουμε για λίγο τους πίνακες κι ας φέρουμε στο νου μας μία άγραφη κόλλα χαρτί. Στη συνέχεια, ας γράψουμε με μολύβι, πατώντας σκληρά πάνω στην κόλλα, ένα κείμενο. Μετά ας το σβήσουμε. Η εικόνα που θα έχουμε μπροστά μας θα είναι μία κόλλα, όχι και τόσο καθαρή, με υπολείματα του κειμένου που γράψαμε, κυρίως ως προς την υφή κι όχι και τόσο ως προς την όψη της. Μία κόλλα που θα είναι εύκολο να ξαναγράψουμε πάνω της το ίδιο κείμενο, ακολουθώντας τα ίχνη των υπολειμμάτων του, τόσο εύκολο που θα μπορούσε να το κάνει ακόμα κι ένας τυφλός. Αυτή η κόλλα είναι η προσωπικότητα του ανθρώπου όταν γεννιέται. Έχει υπολείμματα, ενός άλλου κειμένου, ενός κειμένου που σε αυτό το παράδειγμα συμβολίζει την προσωπικότητα των γονιών του, ίσως και των γονιών των γονιών του(οπότε θα μπορούσε να είναι κι ένα σύνολο κειμένων). Η ανθρώπινη προσωπικότητα επομένως, όντως επηρεάζεται,νομίζω, από τα γονίδια, μιας κι οι άνθρωποι, άλλοι λιγότερο κι άλλοι περισσότερο, ειδικά τα μικρά παιδιά που <<δεν ξέρουν να γράφουν>>(=δεν έχουν ακόμα τη δυνατότητα να κρίνουν το καλό και το κακό και να αντιστέκονται στα πάθη τους, γι'αυτό η [συνειδητή] μίμηση εμφανίζεται κυρίως στις μικρές ηλικίες και φθίνει σημαντικά από τη στιγμή που αρχίζει η εφηβεία), γράφουν πάνω στα υπολείμματα του κειμένου των γονιών τους. Δεν το αντιγράφουν όμως ποτέ όλο. Μπορεί από τις 6 παραγράφους να αντιγράψουν τις 2. Ή από τις 10 τις 3. Το υπόλοιπο όμως κείμενο είναι δικό τους, το γράφουν οι ίδιοι μέσα από την προσωπική τους εμπειρία στη ζωή. Η προσωπική μου απάντηση στο ερώτημα που αποτελεί τον τίτλο του κειμένου είναι ένας συνδυασμός της πρώτης, λιγότερο, και της τρίτης, περισσότερο, άποψης(πχ 20% και 80% αντίστοιχα). Το κείμενο της ανθρώπινης προσωπικότητας γράφεται με 3 μολύβια, με ακαθόριστη(ως προς την ποσότητα) χρήση του καθενός από αυτά. Το ποια είναι αυτά τα 3 μολύβια, θα το αναλύσω στη συνέχεια.

          Ας ξεκινήσουμε με το πρώτο <<μολύβι>>, ή, για να μιλήσουμε δίχως παραβολές, τον πρώτο τρόπο με τον οποίο διαμορφώνεται η προσωπικότητα(προσωπικότητα=ψυχικά κυρίως και σωματικά δευτερευόντως χαρακτηριστικά+ικανότητες του ανθρώπου). Ο τρόπος αυτός είναι η συνήθεια(-εξάσκηση). Πιο απλά, όταν κάποιος άνθρωπος επαναλαμβάνει για ένα ικανό χρονικό διάστημα μία πράξη, τότε διαμορφώνεται κάποιο χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς του. Όσο πιο ευχάριστη είναι αυτή η πράξη για τον άνθρωπο, τόσο μικρότερο είναι το διάστημα που χρειάζεται για να γίνει χαρακτηριστικό του. Για να μιλήσω με ένα ακόμα παράδειγμα, αν κάποιος άνθρωπος για ένα πολύ μεγάλο διάστημα τρώει μονάχα φυτικά προϊόντα, τότε είναι πολύ πιθανό να συνηθίσει και να γίνει χορτοφάγος(ψυχικό χαρακτηριστικό). Αν πάλι κάθε μέρα κάνει παρέα με ένα άτομο, τόσο περισσότερο θα το συμπαθήσει και θα δεθεί μαζί του. Ο λόγος που ένας άνθρωπος μπορεί να επαναλαμβάνει μια δραστηριότητα πολλές φορές είναι, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, ότι επιδιώκει να κερδίσει κάτι μέσω αυτής. Στο παράδειγμα δηλαδή για τη χορτοφαγία, ένας άνθρωπος που τρώει για ένα μεγάλο διάστημα φυτικά προϊόντα μπορεί να το κάνει για λόγους υγείας, αδυνατίσματος, οικολογίας. Δηλαδή, η κριτική ικανότητα είναι αυτή που υποδεικνύει στον άνθρωπο τι είναι καλό να κάνει(να παρανείνει υγιής, ή να αδυνατίσει, ή να προστατεύσει το περιβάλλον κλπ), σε πρώτο στάδιο, και πώς να το κάνει(μέσω της χορτοφαγίας), σε δεύτερο στάδιο(δεν είναι απαραίτητο ότι το <<πώς>> είναι μια πράξη επαναλαμβανόμενη, απλώς μια πράξη που γίνεται μία φορά είναι εξαιρετικά δύσκολο να παίξει ρόλο στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του ανθρώπου). Έτσι ο άνθρωπος επαναλαμβάνει πολλές φορές τη δραστηριότητα μέσω της οποίας πιστεύει ότι θα πετύχει κάποιον στόχο του( δηλαδή: κριτική ικανότητα--->πράξη επαναλαμβανόμενη--->διαμόρφωση ανθρώπινης προσωπικότητας). Βέβαια, για να συνεχίσει να κάνει κάποιος μια δραστηριότητα πάει να πει ότι βλέπει ή έστω πιστεύει ότι αυτή έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα(αν κάποιος τρέφεται μόνο με φυτικά προϊόντα για να αδυνατίσει, αλλά βλέπει ότι αυτό δεν έχει αποτέλεσμα, θα το σταματήσει πολύ γρήγορα, πριν προλάβει να το συνηθίσει και να γίνει αυτό χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς του. Αν όμως δει ότι αδυνατίζει θα το κάνει πολύ καιρό και το συνηθίσει και μετά, ακόμα κι αν διαπιστώσει ότι τελικά η απώλεια βάρους του οφείλεται σε κάποιον άλλο παράγοντα, θα είναι μάλλον δύσκολο να αλλάξει διατροφικές συνήθειες). Πολύ λίγες είναι οι περιπτώσεις ο άνθρωπος επαναλαμβάνει μια δραστηριότητα πολλές φορές χωρίς να το θέλει ο ίδιος(περιπτώσεις εξαναγκασμού).




          Η συνήθεια είναι, θα λέγαμε, το πιο <<ισχυρό μολύβι>>. Οι λόγοι για αυτό είναι δύο. Ο πρώτος, ο πιο ξεκάθαρος, είναι ότι, όταν δημιουργηθεί ένα στοιχείο της προσωπικότητας μέσω της συνήθειας, είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον άνθρωπο να το αποβάλει. Δεν είναι βέβαια κι αδύνατο, αλλά η δύναμη της συνήθειας είναι πολύ μεγάλη και συνεπώς είναι κάτι πολύ δύσκολο και που απαιτεί πολύ μεγάλη προσπάθεια για να αποβληθεί ένα χαρακτηριστικό που είναι αποτέλεσμα συνήθειας. Για να γίνει αυτό όμως δεν αρκεί να το θέλει ο άνθρωπος(κάτι που εξαρτάται από την κριτική του ικανότητα). Χρειάζεται και μεγάλη αυτοσυγκράτηση, η οποία θα βοηθήσει τον άνθρωπο να απέχει από τη δραστηριότητα που έχει συνηθίσει(η να κάνει την αντίθετή της) κι έτσι να αποβάλει το χαρακτηριστικό που αυτή έχει γεννήσει. Ο δεύτερος λόγος που το <<μολύβι>> αυτό είναι ισχυρό είναι ότι ο άνθρωπος μπορεί πολύ συχνά να αποκτά ένα καινούριο χαρακτηριστικό χωρίς να το αντιλαμβάνεται. Για να μιλήσω πάνω στο παράδειγμα που ανέφερα, μπορεί κάποιος να μη θέλει να γίνει χορτοφάγος και να μην τρώει κρέας μόνο και μόνο γιατί θέλει να αδυνατίσει, και τελικά, μέσω αυτής της επαναλαμβανόμενης δραστηριότητας, να γίνει χορτοφάγος. Η συνήθεια λοιπόν είναι κάτι ύπουλο και, γι'αυτό, χρειάζεται να προσέχουμε τι δραστηριότητες επαναλαμβάνουμε γιατί είναι πιθανό, έστω κι αν δεν το αντιλαμβανόμαστε, μέχρι πολύ αργά, μια δραστηριότητα να μας αφήσει ένα ανεπιθύμητο χαρακτηριστικό.



          Το δεύτερο μολύβι ή, αν προτιμάτε, ο δεύτερος τρόπος με τον οποίο διαμορφώνεται η ανθρώπινη προσωπικότητα, είναι το ανθρώπινο περιβάλλον κάποιου. Και λέγοντας ανθρώπινο περιβάλλον, δεν εννοώ το αντίθετο του φυσικού. Εννοώ όλους τους ανθρώπους που τον περιτριγυρίζουν στην καθημερινή του ζωή. Φίλους, συγγενείς, συνεργάτες, συντρόφους, αλλά και εχθρούς κι αντιπάλους. Όλοι οι άνθρωποι με τους οποίους ερχόμαστε καθημερινά σε επαφή μας επηρεάζουν, λίγο ή πολύ. Αυτό το μολύβι έχει μεγάλη σχέση με τη συνήθεια, αφού δρα κυρίως μέσω αυτής(συνηθίζουμε σε μια άποψη/συμπεριφορά των γύρω μας και σταδιακά την υιοθετούμε ασυναίσθητα). [Σπανιότερα δρα μόνο του(μέσω συνδυασμού στο μυαλό μας μιας άποψης/συμπεριφοράς με ένα αγαπημένο άτομο) ή μέσω του τρίτου μολυβιού, που είναι η κριτική μας ικανότητα(οι άνθρωποι με τους οποίους συναναστρεφόμαστε μπορούν να αλλάξουν την κρίση μας για κάτι, επηρεάζοντας έναν ή περισσότερους από τους 4 παράγοντες της κριτικής ικανότητας).] Αν για παράδειγμα κάποιος Α, που του αρέσει να διασκεδάζει μέσα στο σπίτι, κάνει παρέα με κάποιον Β, που του αρέσει αντιθέτως να πηγαίνει να διασκεδάζει σε εξωτερικούς χώρους, τότε ο ένας θα επηρεάσει τον άλλο. Ο Α θα κάνει τον Β να διασκεδάζει πού και πού και μέσα στο σπίτι, ενώ ο Β θα κάνει τον Α να βγαίνει περισσότερο από όσο συνήθιζε, με αποτέλεσμα να αρχίσει στον Α να αρέσει να βγαίνει περισσότερο από όσο του άρεσε στο παρελθόν και στο Β θα αρχίσει να αρέσει περισσότερο να μένει μέσα στο σπίτι(βέβαια άλλο είναι ότι θα τους αρέσει κι άλλο ότι θα τους αρέσει περισσότερο απ'ότι στο παρελθόν). Ο βαθμός που θα μεταβληθούν βέβαια οι χαρακτήρες του Α και του Β δεν είναι καθορισμένος, μιας κι εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Οι δύο βασικότεροι είναι οι εξής: α)τα συναισθήματα του Α για το Β και αντίστροφα, β) ο χρόνος που περνάνε μαζί. Όσο για τον πρώτο, είναι νομίζω λογικό κι εύκολο να καταλάβει ο καθένας πως όσο περισσότερο αγαπάει, θαυμάζει και εμπιστεύεται ένα άτομο κάποιον άλλο, τόσο περισσότερο αφήνεται και τον μιμείται, συνειδητά ή ασυνείδητα. Βέβαια βασικότερο ρόλο παίζει η εκτίμηση του ενός ανθρώπου για τον άλλον, αφού αν μονάχα τον αγαπάει, όσο κι αν τον αγαπάει, αν δεν τον εκτιμάει κιόλας(σε πνευματικό επίπεδο) δύσκολα θα τον μιμηθεί. Όσο για το δεύτερο, είναι, πιστεύω, επίσης λογικό πως όσο περισσότερο χρόνο περνάνε δύο άτομα μαζί κι αλληλεπιδρούν, τόσο περισσότερο θα επηρεάσει ο ένας τον άλλο. Ένας ακόμη σημαντικός παράγοντας είναι και το πόσο καλά γνωρίζει κάποιος το χαρακτηριστικό του φίλου του. Αν, για να χρησιμοποιήσω το προηγούμενο παράδειγμα, ο Α δεν έχει πλήρη εικόνα για την εξωτερική διασκέδαση, μπορεί, όταν μέσω του Β τη γνωρίσει καλύτερα, να αρχίσει να του αρέσει. Βέβαια, είναι πιθανό να συμβεί και το αντίθετο(να συνειδητοποιήσει ότι είναι ακόμα χειρότερη απ'όσο πίστευε και να αρχίσει να την απεχθάνεται εντελώς. Σε κάθε περίπτωση, η διαμόρφωση που θα υποστεί ο χαρακτήρας του θα είναι αρκετά μεγαλύτερη σε σχέση με αυτή που θα υφίστατο στην περίπτωση που είχε εξαρχής μια καλή εικόνα για το τι εστί εξωτερική διασκέδαση, αφού πιθανότατα δε θα ανακάλυπτε κάτι ιδιαίτερο και η διαμόρφωση θα ήταν πολύ μικρή(και θα προερχόταν από τη συνήθεια και το συνδυασμό της ασχολίας αυτής με το φίλο του, που θα έκανε ο Α στο μυαλό του).

          Κι αυτό το <<μολύβι>> είναι πολύ ισχυρό, ειδικά από την άποψη ότι, ούτε σε αυτήν την περίπτωση, αντιλαμβάνεται κανείς την μεταβολή που υφίσταται ο χαρακτήρας του(άλλο το να μιμείται κάποιον ενώ το αντιλαμβάνεται, επειδή τον αγαπά/τον θαυμάζει κι άλλο να επηρεαστεί σε τέτοιο βαθμό ώστε να υιοθετήσει ένα στοιχείο της προσωπικότητάς του. Το πρώτο είναι προηγούμενο επίπεδο του δευτέρου, το οποίο, σε αντίθεση με το πρώτο γίνεται δίχως να το καταλάβει ο άνθρωπος). Τα στοιχεία πάντως της προσωπικότητας που δημιουργούνται με αυτόν τον τρόπο είναι πιο εύκολο να σβηστούν από αυτά που δημιουργούνται μέσω της συνήθειας, ειδικά στην περίπτωση που τα θετικά συναισθήματα κάποιου για το άτομο που τον επηρέασε κλονιστούν, για αυτό και είναι λιγότερο ισχυρός τρόπος διαμόρφωσης προσωπικότητας από τη συνήθεια. Κλείνοντας την αναφορά μου σε αυτό, θα ήθελα να κάνω μια επισήμανση. Η προσωπικότητα κάποιου διαμορφώνεται έτσι όταν αγαπά-θαυμάζει-εμπιστεύται κάποιον άλλο. Σε περιπτώσεις που κάποιο άτομο μισεί ή απλά αντιπαθεί κάποιο άλλο, και πάλι διαμορφώνεται η προσωπικότητά του αλλά αυτή τη φορά με διαφορετικό τρόπο. Αντί να τον μιμείται και να τείνει να του μοιάσει, συνήθως κάνει το αντίθετο. Προσπαθεί δηλαδή να διαφοροποιηθεί και κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση. Δηλαδή, για να γίνω πιο κατανοητός: αν η αγάπη-θαυμασμός-εμπιστοσύνη μπορούσαν να μετρηθούν με κλίμακα ως το 10, από 0,1 ως 10 ο άνθρωπος μιμείται κι από -0,1 ως -10 διαφοροποιείται(0 δε θεωρώ ότι υπάρχει). Το πόσο δυνατή είναι η μίμηση-διαφοροποίηση έχει να κάνει με το πόσο ισχυρό είναι το συναίσθημα.

          Σειρά έχει τώρα το τρίτο <<μολύβι>>. Το τρίτο μολύβι είναι η (είτε καλή, είτε κακή)κριτική ικανότητα, αυτή τη φορά μόνη της, δίχως την επανάληψη της πράξης την οποία υποδεικνύει, όπως συνέβαινε στην πρώτη περίπτωση, αυτή της συνήθειας. Όπως έχω αναφέρει σε προηγούμενο δοκίμιο, η κριτική ικανότητα εξαρτάται από 4 παράγοντες: εξάσκησή της, γνώσεις, εμπειρία, εξυπνάδα. Αν λοιπόν κάποιος από αυτούς τους παράγοντες μεταβληθεί(θετικά ή αρνητικά), τότε είναι πολύ πιθανό να μεταβληθεί κι η άποψη κάποιου για κάποιο θέμα. Κι υπάρχουν κάποια θέματα, που η μεταβολή της άποψης πάνω σε αυτά οδηγεί σε διαμόρφωση/μεταβολή κάποιου χαρακτηριστικού της προσωπικότητας κάποιου. Αν κάποιος άνθρωπος, για παράδειγμα, ο οποίος δεν έχει διαβάσει ποτέ στη ζωή του κάποιο βιβλίο, κάτι που κατά τη γνώμη μου αποτελεί λάθος κι επομένως απόρροια κακής κριτικής ικανότητας, βελτιώσει την κριτική του ικανότητα στο βαθμό που να μπορεί να αντιληφθεί τη σημασία και τη χρησιμότητα των βιβλίων, είναι πολύ πιθανόν να γίνει ένας άνθρωπος που θα θέλει και θα ενδιαφέρεται να διαβάζει βιβλία, έστω κι αν έχει συνηθίσει(:πρώτο μολύβι) σε όλη του τη ζωή διαφορετικά, έστω κι αν τη στιγμή που θα συνειδητοποιήσει τη σπουδαιότητα των βιβλίων δεν θα έχει ακόμα διαβάσει κανένα. 

          Επομένως, το μολύβι της κριτικής ικανότητας είναι επίσης ισχυρό. Ίσως μάλιστα να είναι και το πιο ισχυρό απ'όλα ως προς το πόσο <<δυνατά>> γράφει, αφού μπορεί να γράψει πάνω στα άλλα χωρίς όμως τα άλλα να γράψουν πάνω του, εφόσον βέβαια ο άνθρωπος έχει καλή αυτοσυγκράτηση. Επίσης, είναι το μόνο από τα τρία που δρα άμεσα(υπάρχουσας και της απαιτούμενης αυτοσυγκράτησης), αφού συνήθως μόλις αλλάξει η κρίση κάποιου για κάτι αλλάζει κι η συμπεριφορά του, ενώ στις προηγούμενες περιπτώσεις χρειάζεται χρόνος. Συνολικά όμως το θεωρώ το πιο ανίσχυρο για τρεις λόγους.  Πρώτον, μεταβάλει την προσωπικότητα του ανθρώπου μόνο εν συνειδήσει του(του ανθρώπου). Αυτό βέβαια δεν είναι κακό, μάλλον καλό είναι, αλλά δεν παύει να μειώνει την ισχύ του. Δεύτερον, χρησιμοποιείται εκ των πραγμάτων λιγότερο. Αυτό είναι λογικό, μιας και ο άνθρωπος αρχίζει να αποκτά χρηστική κριτική ικανότητα στο μέσο περίπου της εφηβείας. Μέχρι τότε έχει ζήσει πολλά πράγματα(μολύβι συνήθειας) κι έχει αλληλεπιδράσει με πολλούς άλλους ανθρώπους(μολύβι ανθρώπινου περιβάλλοντος). Επομένως, το ποσοστό του <<κειμένου της προσωπικότητας>> που γράφεται με το <<μολύβι της κριτικής ικανότητας>> είναι μικρότερο από αυτά που γράφονται με τα άλλα δύο. Αυτό βέβαια μπορεί να αλλάξει, αλλά είναι δύσκολο γιατί απαιτεί εκτεταμένη χρήση του μολυβιού αυτού και παράλληλα γερή αυτοσυγκράτηση. Τέλος, ο τρίτος λόγος έχει επίσης να κάνει με την αυτοσυγκράτηση. Το μολύβι αυτό, για να λειτουργήσει, απαιτεί, στις περισσότερες περιπτώσης δυνατή αυτοσυγκράτηση, κάτι που δεν έχουν πολλοί άνθρωποι, ενώ τα άλλα λειτουργούν σε όλους τους ανθρώπους. Πάντως όλα αυτά δεν αναιρούν τη σημασία του. Για την ακρίβεια, ίσως αυτό να είναι το καλύτερο <<μολύβι>>. 

          Πλησιάζοντας στο τέλος, θα ήθελα να κάνω 2 παρατηρήσεις. Η μία έχει να κάνει με μια έννοια με πολύ μεγάλη απήχηση, το ταλέντο. Ταλέντο λοιπόν, για μένα, δεν υπάρχει!!! Τουλάχιστον όχι με την έννοια της ανεπτυγμένης ικανότητας η οποία υπάρχει στον άνθρωπο εκ γενετοίς(είτε λόγω τύχης, είτε λόγω γονιδίων). Σίγουρα υπάρχει η προδιάθεση, τα υπολείμματα του κειμένου των προγόνων του που έχει κάποιος στο χαρτί της δικής του προσωπικότητας, αλλά όχι η ικανότητα εκ γενετής. Δηλαδή μπορεί κάποιος να έχει σε μεγαλύτερο βαθμό από το μέσο όρο κάποια ικανότητα που κληρονόμησε από κάποιον πρόγονό του, αυτό όμως δε σημαίνει τίποτα. Ταλέντο για εμένα είναι μια ανεπτυγμένη ιδιότητα, που δεν έχει κληρονομική προέλευση, αλλά υπάρχει στον άνθρωπο λόγω της αγάπης του για μια ασχολία, της αφοσίωσής του και της προσπάθειας που έχει καταβάλει για να είναι καλός σε αυτή. Για παράδειγμα, κάποιος που είναι καλός(=καλύτερος από το μέσο όρο-τα επίθετα δηλώνουν την ανωτερότητα ή την κατωτερότητα σε σχέση με το μέσο όρο-εξαιρούνται τα ουδέτερα, αυτά δηλαδή που δεν έχουν παραθετικά, που αφορούν ποιοτική κι όχι ποσοτική διαφοροποίηση) στο ποδόσφαιρο, δεν οφείλει την ανεπτυγμένη αυτή του ικανότητα στο έμφυτο ταλέντο, όπως το εννούν οι περισσότεροι. Την οφείλει στην αγάπη που τρέφει για το άθλημα, η οποία αφενός τον παρακινεί να ασχολείται με αυτό (με την ελπίδα (συνήθως)της ευχαρίστησης), με αποτέλεσμα να βελτιώνεται σε αυτό (μέσω συνήθειας και κριτικής ικανότητας:αφού αυξάνονται οι γνώσεις κι η εμπειρία του στο άθλημα, γεγονός που βελτιώνει την κριτική του ικανότητα σε σχέση με αυτό και τον βοηθάει να αποδίδει καλύτερα-πιθανώς αυξάνονται κι οι άλλοι 2 παράγοντες, σε μικρό όμως βαθμό) κι επίσης αυξάνει την απόδοσή του σε αυτό(αναφορά σε αυτό έχω κάνει στο προηγούμενο ψυχολογικό δοκίμιο). Βοηθάει βέβαια κι αν έχει την προδιάθεση να γίνει καλός στο ποδόσφαιρο, αλλά έχει μονάχα ενισχυτικό ρόλο. Και, σε όσους διαφωνούν, έχω να πω το εξής: ας σκεφτούν ένα πράγμα στο οποίο έχουν ταλέντο κι είναι καλοί. Θα είχαν καλή απόδοση σε αυτή τη δραστηριότητα αν δεν την αγαπούσαν και δεν είχαν προσπαθήσει για να βελτιωθούν σε αυτή; Η απάντηση είναι προφανής. Κι επειδή υπάρχουν άτομα που μπορεί να απαντήσουν ότι κάποιοι, ακόμα κι αν προσπαθούν, δεν τα καταφέρνουν, πρέπει να απαντήσω και σε εκείνους: κι αν κάποιος αγαπάει το ποδόσφαιρο και θέλει να γίνει καλός, αν το προσπαθεί εξασκώντας τα χέρια του, μάλλον θα αποτύχει. Δεν αρκεί να θες να πετύχεις και να παλεύεις. Πρέπει να γνωρίζεις και τη σωστή κατεύθυνση, προς την οποία πρέπει να παλεύεις. Και πιστέψτε με, ούτε αυτό είναι κληρονομικό. Είναι θέμα κριτικής ικανότητας, και, κατ' επέκταση εξ'ασκησης, γνώσεων, εμπειρίας κι εξυπνάδας. Κι, από αυτούς τους παράγοντες, μόνο ο τελευταίος έχει να κάνει με τα γονίδια και μάλιστα, όπως ανέφερα και στο 2ο καθαρά φιλοσοφικό δοκίμιο, όχι απόλυτα.



           Η δεύτερη παρατήρηση που θέλω να κάνω σχετίζεται με το λόγο της χρήσης μολυβιών στην παραβολή κι όχι στυλών, πινέλων ή κάποιου άλλου μέσου γραφής. Για όσους δεν το κατάλαβαν, ο λόγος που χρησιμοποίησα τα μολύβια είναι ότι κάτι που έχει γραφεί με μολύβι σβήνει. Αυτό σημαίνει ότι όλοι μπορούμε να σβήσουμε κάποιο χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς μας(βέβαια κάποια υπολείμματα, είτε λίγα, είτε πολλά, πάντα μένουν). Το πόσο εύκολο θα είναι αυτό, καθώς και το ποσοστό του κειμένου που αντιστοιχεί στο χαρακτηριστικό αυτό έχει να κάνει με το πόσο δυνατά πατούσαμε το μολύβι όταν γράφαμε. Κάτι που έχει αποτυπωθεί γερά στο χαρτί της προσωπικότητάς μας θα είναι δύσκολο να σβηστεί. Η <<γόμα>> είναι βέβαια κι αυτή ένα μολύβι, ένα μολύβι με αντίθετη δράση. Αν πχ κάποιος έχει γίνει τσιγκούνης μέσω της συνήθειας, μπορεί να γίνει γενναιόδωρος είτε συνηθίζοντας στο αντίθετο, στη γενναιοδωρία, είτε μέσω του ανθρώπινου περιβάλλοντος, κάνοντας παρέα με γενναιόδωρους ανθρώπους, είτε μέσω της κριτικής ικανότητας, αντιλαμβανόμενος ότι το σωστό είναι να είναι γενναιόδωρος. Από αυτά το πρώτο μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε τυχαία, είτε επίτηδες(στην περίπτωση που η κριτική ικανότητα του ανθρώπου του υποδεικνύει να αλλάξει, αλλά ο άνθρωπος δεν έχει την απαιτούμενη αυτοσυγκράτηση για να το κάνει). Το δεύτερο χρησιμοποιείται τυχαία(αν χρησιμοποιηθεί επίτηδες, με τον τρόπο που ανέφερα παραπάνω για τη συνήθεια, δύσκολο να δουλέψει). Το τρίτο μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε (συχνότερα)τυχαία, να μεταβληθεί δηλαδή κάποιος από τους παράγοντες που επηρεάζουν την κρίση του ανθρώπου, αλλά δίχως να επιδιώκει (αρχικά) ο άνθρωπος να μεταβληθεί κι η άποψή του σε κάποιο θέμα, είτε (σπανιότερα)επίτηδες, όταν κυρίως βλέπει ο άνθρωπος ότι τα πράγματα σε κάποιον τομέα δεν πάνε όπως θέλει κι έτσι καταλαβαίνει ότι κάτι πάει στραβά και προσπαθεί να βελτιώσει την κρίση του ώστε να αλλάξει και τη δράση του, με σκοπό να πετύχει το στόχο του.  



           Είναι λοιπόν εμφανές ότι ο άνθρωπος μπορεί να αλλάξει το χαρακτήρα του(κι εννοώ επίτηδες, κάτι που γίνεται κυρίως μέσω του 1ου μολυβιού-τυχαία ο χαρακτήρας μεταβάλλεται αποτελεσματικά και με τους 3 τρόπους αλλά αυτό, ως τυχαίο, δε βρίσκεται υπό τη θέληση του ανθρώπου). Αυτό κάνει τον άνθρωπο αφενός υπεύθυνο για κάθε κακό χαρακτηριστικό του(όταν βέβαια βρίσκεται σε μια ηλικία μετά τα 20, όταν διαθέτει, ή τουλάχιστον έτσι πρέπει, ανεπτυγμένη κρίση αρκετά χρόνια, αφού (πρέπει να)αναπτύσσεται πλήρως κατά το μέσον της εφηβείας και παράλληλα αρκετό χρόνο να αλλάξει τα κακά του χαρακτηριστικά) και παράλληλα τον υποχρεώνει να παλεύει συνέχεια για να βελτιώσει το χαρακτήρα του. Άλλωστε,άνθρωπος σημαίνει αυτό ακριβώς(άνω+θρώσκω=κοιτάζω ψηλά--->αναπτύσσομαι, βελτιώνομαι). Όποιος λοιπόν δε θέλει να βελτιωθεί, δεν είναι άνθρωπος, δεν μπορεί να το περιμένει ούτε από τους άλλους κι επίσης δεν μπορεί να επιθυμεί καμιά ανοχή για τα σφάλματά του, αφού αφενός ο ίδιος ευθύνεται καθαρά για αυτά, αφού δεν έχει προσπαθήσει να βελτιώσει την προσωπικότητά του κι αφετέρου ο ίδιος διέψευσε την εικόνα του τέλειου που είχε πλάσει για τον εαυτό του. Μόνο όποιος προσπαθεί να βελτιωθεί δικαιούται ανοχή και συγχώρεση. Και για να κλείσω, θα χρησιμοποιήσω ένα απόφθεγμα του Νίκου Καζαντζάκη: <<Εχεις τα πινέλα , έχεις τα χρώματα , ζωγράφισε τον παράδεισο και μπες μέσα>>, λίγο παραλαγμένη για να ταιριάζει στο νόημα του κειμένου: Έχεις τα μολύβια, έχεις και τη γόμα, χρησιμοποίησέ τα σωστά και φρόντισε το κείμενο που θα γράψεις, το οποίο θα περιγράφει την προσωπικότητά σου, να είναι όσο πιο ωραίο γίνεται!!!

                                                              Homo Cogitans

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου