Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2015

10ο Ψυχολογικό Δοκίμιο:Η εσωτερική αντίδραση για τα κεκτημένα των άλλων

          Μετά από αρκετό καιρό, επανέρχομαι στα ψυχολογικά δοκίμια που έχουν ως θέμα κάποια συναισθήματα, κυρίως αντίθετα. Το σημερινό βέβαια θα είναι λίγο διαφορετικό, αφού στα ψυχολογικά δοκίμια αναφερόμουν κυρίως πώς νοιώθουμε σε σχέση με στόχους, αντικείμενα αγάπης, πράγματα που μας χαροποιούσαν ή όχι. Μικρή αναφορά έχω κάνει στο πώς νοιώθουμε σε σχέση με πράγματα που είναι καθαρά άλλων-λίγο στο 6ο ψυχολογικό δοκίμιο, για τις ψυχικές εμμονές, όταν είπα για τις δύο μορφές κόμπλεξ και κυρίως για το κόμπλεξ κατωτερότητας. Το θέμα του σημερινού κειμένου έχει σε μεγάλο βαθμό να κάνει με μια αρχή που είχα διατυπώσει στο 11ο φιλοσοφικό δοκίμιο, για τα προβλήματα: είχα πει ότι ένας άνθρωπος αντιλαμβάνεται ένα πρόβλημα ως πρόβλημα, συγκρίνοντας τον εαυτό του με άλλους, που δεν το έχουν κι είχα δώσει ως ένα παράδειγμα τον ανάπηρο άνθρωπο που δεν μπορεί να περπατήσει ενώ βλέπει τους άλλους να μπορούν. Από αυτό φαίνεται ξεκάθαρα ότι πάντα μας επηρεάζουν οι άλλοι κι η κατάστασή τους, όσο αποστασιοποιημένοι κι εσωστρεφείς κι αν είμαστε. Στόχος μου σήμερα είναι να εκθέσω το με ποιους τρόπους συμβαίνει αυτό-ποια συναισθήματα προκαλεί.


          Προτού όμως ασχοληθώ με αυτό το κύριο θέμα, έχει νομίζω ενδιαφέρον να αναλογιστούμε και το πώς μπορεί να ποικίλλει το ενδιαφέρον μας για τους άλλους, ανάλογα με το πώς νοιώθουμε για αυτούς. Νομίζω ότι όσο πιο έντονα συναισθήματα έχουμε για κάποιον, τόσο περισσότερο ασχολούμαστε μαζί του, έστω και υποσυνείδητα, και τόσο περισσότερο μας επηρεάζει. Αν δεν έχουμε έντονα συναισθήματα, μας επηρεάζει ελάχιστα, εώς και καθόλου-γιατί εντάξει μπορούμε να χαρούμε λίγο αν κάποιος γνωστός μας πάρει προαγωγή πχ αλλά δεν είναι ιδιαίτερα αξιόλογο ένα τέτοιο συναίσθημα-είναι όμως αν πάρει ο κολλητός μας ή ο/η σύντροφός μας. Το να είναι ένα συναίσθημα έντονο, δεν προϋποθέτει βέβαια να είναι και θετικό συναίσθημα. Για παράδειγμα, κάποιος που φοβόμαστε ή που μισούμε(κυρίως για το μίσος ισχύουν όλα αυτά) πολύ, μας επηρεάζει περισσότερο σε σχέση με κάποιον που αγαπάμε(και κυρίως για την αγάπη βέβαια, που είναι το αντίθετο συναίσθημα του μίσους) λίγο. Φυσικά, όπως θα εξηγήσω και περισσότερο στη συνέχεια, το αν νοιώθουμε (έντονα)θετικά ή αρνητικά για κάποιον θα παίξει έναν άλλο ρόλο: αν αγαπάμε κάποιον πολύ, θα νοιώσουμε (κυρίως) τα θετικά αισθήματα που αφορούν το να κερδίσει κάτι καλό ή να πάθει κάτι κακό, ενώ αν μισούμε πολύ κάποιον, θα νοιώσουμε τα αρνητικά. Ας εξετάσουμε όμως τώρα το ποια είναι όλα αυτά τα αισθήματα.

          Όπως είπα και παραπάνω, υπάρχουν δύο περιπτώσεις:η μία είναι να κερδίσει κάποιος κάτι καλό(ή να χάσει κάτι κακό, που ουσιαστικά είναι το ίδιο) κι η άλλη να πάθει κάτι κακό(ή να χάσει κάτι καλό, που είναι επίσης το ίδιο). Και στις δύο περιπτώσεις, υπάρχουν τα αντίστοιχα συναισθήματα, που είναι παραλλαγές της χαράς ή της λύπης και της επιθυμίας ή της άρνησης, σε σχέση με αυτό που κέρδισε ή έχασε ο άλλος. Ας ξεκινήσουμε με την πρώτη περίπτωση, κατά την οποία κάποιος άλλος κερδίζει(ή ήδη έχει) κάτι καλό, πετυχαίνει κάτι. Τα δύο συναισθήματα που μπορεί να εγείρει σε μας κάτι τέτοιο, είναι α)η μεταδιδόμενη χαρά και β)η κακεντρεχής λύπη και γ)η ζήλεια. Φυσικά τα δύο πρώτα είναι όροι που δεν υπάρχουν και δημιούργησα εγώ για να περιγράψω συναισθήματα που κατά τη γνώμη μου υπάρχουν κι οι όροι "χαρά" και "λύπη" είναι πολύ φτωχοί κι ασαφείς για να περιγράψουν. Τα δύο πρώτα συναισθήματα είναι αντίθετα μεταξύ τους κι έχουν να κάνουν κυρίως με το αν αγαπάς αληθινά(στο 1ο ψυχολογικό δοκίμιο το όρισα αυτό-αν και πιστεύω ότι λίγο-πολύ όλοι καταλαβαίνουμε σε έναν ικανοποιητικό βαθμό τι σημαίνει) ή μισείς αληθινά(για αυτό δεν έχω κάνει λόγο αλλά ας πούμε προς το παρόν ότι είναι σε μεγάλο βαθμό αντίθετο από την αγάπη). Μπορεί να έχει να κάνει και με το πόσο "καλός" ή "κακός" είναι ένας άνθρωπος, αλλά πιστεύω ότι κατά 90% και παραπάνω αυτό που μετράει είναι το πώς αισθανόμαστε για τον άλλο-ακόμα και οι "κακοί" άνθρωποι, αν αγαπάνε κάποιον, νομίζω θα νοιώσουν (μεταδιδόμενη) χαρά αν αυτού του συμβεί κάτι καλό. Και μπορεί να προτρέχω, αλλά μάλλον από αυτό που μόλις είπα γίνεται αντιληπτό τι είναι η μεταδιδόμενη χαρά. Μεταδιδόμενη χαρά, είναι αυτό που λέμε "χαίρομαι με την χαρά του άλλου"-πχ χαίρομαι επειδή ο φίλος μου βρήκε δουλειά. Είναι η χαρά που νοιώθουμε όταν συμβαίνει κάτι καλό σε κάποιον άλλο, που (κατά κύριο λόγο)αγαπάμε-την ονόμασα έτσι γιατί αφορά τη μετάδοση της χαράς από το ένα άτομο στο άλλο. Κι όπως νομίζω μπορεί να καταλαβαίνει πιθανώς κάποιος, η κακεντρεχής λύπη είναι το αντίθετο συναίσθημα. Είναι το συναίσθημα που νοιώθουμε όταν κάποιος που μισούμε κερδίζει κάτι καλό, σε οποιοδήποτε βέβαια επίπεδο. Είναι η λύπη που νοιώθουμε σε αυτή την περίπτωση-πχ λυπάμαι επειδή ο εχθρός μου κέρδισε το λαχείο. Ακούγεται μικρότητα και κακό, αλλά νομίζω είναι το ίδιο φυσιολογικό με τη μεταδιδόμενη χαρά. Το κακό είναι να μισούμε, όχι το να νοιώθουμε έτσι. Φυσικά και το να μισούμε είναι αναπόφευκτο κάποιες φορές, αλλά ουσιαστικά αυτές οι φορές είναι πολύ λίγες-δεν θα το θίξω όμως αυτό το ζήτημα σήμερα, αφού άλλα είναι τα θέματα του παρόντος κειμένου.

          Ένα όμως σχετικό, και παράλληλα μεγάλο κι ενδιαφέρον θέμα, είναι η ζήλεια. Η ζήλεια δεν αφορά στη χαρά ή τη λύπη για το γεγονός ότι κάποιος άλλος κέρδισε κάτι. Σχετίζεται με το ίδιο γεγονός, αλλά αφορά την επιθυμία του ίδιου του ανθρώπου να κερδίσει κι αυτός εκείνο που κέρδισε/έχει ο άλλος. Για παράδειγμα, μπορεί να ζηλεύουμε κάποιον γιατί έχει ένα ωραίο σπίτι. Υπάρχουν στην πραγματικότητα δύο είδη ζήλειας:από τη μία η καλοπροαίρετη, κι από την άλλη η κακοπροαίρετη. Η κακοπροαίρετη έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνο με την επιθυμία μας να έχουμε και μεις αυτό το (καλό) αγαθό που έχει ο άλλος. Στο παράδειγμα με το σπίτι, να το ζηλεύουμε καλοπροαίρετα σημαίνει να θέλουμε κι εμείς ένα τέτοιο σπίτι. Η κακοπροαίρετη ζήλεια από την άλλη σημαίνει ότι όχι μόνο θέλουμε κι εμείς αυτό που έχει ο άλλος(πχ το ωραίο σπίτι), αλλά θέλουμε κι αυτός να το χάσει ή ακόμα και να του το πάρουμε εμείς. Το αν θα νοιώσουμε καλοπροαίρετη ή κακοπροαίρετη ζήλεια, έχει επίσης να κάνει με το πώς νοιώθουμε γενικά απέναντι στον άλλο(αγάπη-μίσος). Η διαφορά σε σχέση με τα δύο προηγούμενα συναισθήματα (μεταδιδόμενη χαρά-κακεντρεχής λύπη) έγκειται στο τι γίνεται σε περίπτωση ουδέτερων συναισθημάτων. Πριν είπα ότι, αν για κάποιων δεν έχουμε έντονα συναισθήματα (=περίπτωση ουδετερότητας), τότε μας επηρεάζει ελάχιστα ως και καθόλου, σε σχέση με το αν θα χαρούμε ή θα λυπηθούμε για κάτι καλό που κέρδισε/ήδη έχει. Στην περίπτωση της ζήλειας όμως αυτό δεν ισχύει-αν δούμε κάποιον να έχει κάτι που θέλουμε και μεις, θα το επιθυμήσουμε λίγο-πολύ όπως και να'χει, είναι απόλυτα φυσικό κι ανθρώπινο και καθόλου κακό, για τους άλλους τουλάχιστον(για μας μπορεί και να είναι αν νοιώθουμε έτσι σε μεγάλο βαθμό). Αυτή είναι κι η μόνη περίπτωση από όσες θα αναφερθούν σε αυτό το κείμενο, που παίζει ρόλο κυρίως ο χαρακτήρας ενός ανθρώπου κι όχι το πώς νοιώθει για τον άλλο(αφού για τον άλλο δεν έχει συναισθήματα). Σε αυτή την περίπτωση λοιπόν, αν κάποιος είναι "καλός" σαν άνθρωπος ή "κακός"(ασαφείς έννοιες για αυτό και τις βάζω σε εισαγωγικά αλλά ελπίζω να καταλαβαινόμαστε, έστω σε βαθμό ικανοποιητικό για την κατανόηση του θέματος που μας απασχολεί τώρα), τότε θα νοιώσει και καλοπροαίρετη ή κακοπροαίρετη ζήλεια αντίστοιχα, για τον άλλο που κέρδισε/έχει κάτι επιθυμητό στον ίδιο.

          Πάμε τώρα να εξετάσουμε και την άλλη περίπτωση, κατά την οποία κάποιος χάνει κάτι επιθυμητό, ή αποτυγχάνει να το κερδίσει, ή παθαίνει κάτι κακό. Εδώ υπάρχουν δύο πιθανά συναισθήματα, τα οποία είναι αρκετά όμοια με την πρώτη περίπτωση, και θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι κι αντίθετα με αυτά, ως προς τη διάσταση του λόγου που προκαλούνται. Τα δύο αυτά συναισθήματα είναι η συμπόνοια κι η χαιρεκακία(μεταδιδόμενη λύπη και κακεντρεχή χαρά θα μπορούσα προσωπικά να τα ονομάσω επίσης), τα οποία ευτυχώς υπάρχουν ήδη σαν έννοιες και είναι λίγο-πολύ γνωστά. Είναι φυσικά τα αντίθετα της μεταδιδόμενης χαράς και της κακεντρεχούς λύπης, ως προς το λόγο που προκαλούνται. Η συμπόνοια(μεταδιδόμενη λύπη) αφορά τη λύπη που νοιώθει κάποιος όταν σε κάποιον άλλο συμβαίνει κάτι κακό(ή έχει ήδη συμβεί) κι η χαιρεκακία τη χαρά, για τον ίδιο ακριβώς λόγο(πχ αν κάποιος που ξέρουμε πάθει μία σοβαρή αρρώστια, θα νοιώσουμε συμπόνοια αν τον αγαπάμε και χαιρεκακία αν τον μισούμε-πριν κάποιος πει ότι δεν νοιώθει ποτέ χαιρεκακία, ξεκαθαρίζω ότι μιλάω για περιπτώσεις ΜΙΣΟΥΣ κι όχι μιας απλής αντιπάθειας-έχθρας-τι είναι μίσος θα πω πιθανότατα σε μελλοντικό δοκίμιο-ας σκεφτεί κάποιος όμως πώς θα ένοιωθε πχ για κάποιον που σκότωσε ένα αγαπημένο του πρόσωπο). Κατά τα άλλα, ισχύει ότι και πριν. Το αν θα νοιώσουμε συμπόνοια ή χαιρεκακία για κάτι κακό που συνέβη σε κάποιον, αφορά το πώς νοιώθουμε γενικά για αυτόν-αν τον αγαπάμε, θα νοιώσουμε συμπόνοια, αν τον μισούμε, θα νιώσουμε χαιρεκακία. Κι όσον αφορά τη χαιρεκακία, ισχύει ότι και για τη κακεντρεχή λύπη-κακά δεν είναι αυτά καθ'αυτά, αλλά το μίσος(ειδικά αν είναι χωρίς επαρκή λόγο), τα οποία τα προκαλεί-αυτά στο μεγαλύτερο βαθμό(όχι πλήρως βέβαια) είναι φυσιολογικά. Πριν κλείσω την αναφορά μου και σε αυτά, είναι νομίζω αρκετά πιθανό να έχει δημιουργηθεί η απορία σε σχέση με το αν υπάρχει κι ένα αντίστοιχο συναίσθημα για τη ζήλεια, και σε αυτή την περίπτωση. Η αλήθεια είναι ότι με προβλημάτισε αυτό το θέμα, αλλά νομίζω ότι δεν υπάρχει. Νομίζω ότι το αντίθετο συναίσθημα της ζήλειας, που θα είχε να κάνει στην περίπτωση αυτή με την άρνηση του ατόμου να του συμβεί κάτι κακό που συνέβη και στον άλλο, το θεωρούμε κάπως περιττό-πχ δε χρειάζεται να συμβεί ένα ατύχημα σε κάποιον για να νοιώσουμε την εσωτερική άρνηση να μας συμβεί κι εμάς, το νοιώθουμε ήδη. Θα μπορούσε βέβαια κάποιος να αντιπαρατάξει σε αυτό ότι και στην περίπτωση της ζήλειας, νοιώθουμε ήδη την επιθυμία να έχουμε αυτό που έχει κι ο άλλος(πχ το ωραίο σπίτι). Η αλήθεια είναι ότι αυτό με δυσκόλεψε και μένα όταν έδωσα στον εαυτό μου αυτή την απάντηση. Πιστεύω όμως ότι έχει να κάνει με το πώς έχει εξελιχθεί το είδος μας-έχουμε μάθει να κυνηγάμε συνέχεια το κάτι παραπάνω, ώστε να επιβιώσουμε. Κι αυτή η τάση έχει ακόμα περισσότερο ενισχυθεί στη σημερινή εποχή της διαφήμισης, του καταναλωτισμού, του ανταγωνισμού. Νομίζω ότι για αυτό το λόγο ζηλεύουμε κάποιον για κάτι καλό που έχει, αλλά αντίθετα δεν νοιώθουμε κάποιο συγκεκριμένο συναίσθημα άρνησης για κάτι κακό που έχει. Ένας ακόμα παράγοντας που μπορεί να επηρεάζει βέβαια, είναι κι ότι, καλώς ή κακώς, έχουμε μάθει να εκτιμάμε περισσότερο αυτά που δεν έχουμε(και πιθανώς έχουν οι άλλοι--->ζήλεια) σε σχέση με αυτά που έχουμε(και πιθανώς ΔΕΝ έχουν οι άλλοι--->άρνηση να τα χάσουμε).

          Πριν τελειώσω και με αυτό το κείμενο, θα ήθελα να διευκρινίσω και κάτι. Από πλευράς νοήματος και συνοχής, θα έπρεπε μάλλον να το διευκρινίσω πριν αρχίσω να μιλάω για τα συναισθήματα, αλλά επειδή είχα ήδη κάνει μία διευκρίνιση δεν ήθελα να κάνω και δεύτερη, προτού ασχοληθώ με το βασικό θέμα. Η συγκεκριμένη διευκρίνιση έχει να κάνει με κάτι που έλεγα ξανά και ξανά σε αυτό το κείμενο: "αν κερδίσει κάποιος κάτι καλό", "αν χάσει κάτι καλό". Ίσως σε κάποιους να δημιουργήθηκε ήδη αυτή η απορία. Όταν λέμε κάτι καλό, για ποιον εννοούμε; Για το άτομο που το κερδίζει, ή για τον παρατηρητή; Νομίζω λοιπόν ότι έχει να κάνει με την κάθε περίπτωση ξεχωριστά. Στην περίπτωση της ζήλειας(και στις δύο μορφές της), το σημαντικό είναι αν ο παρατηρητής θα θεωρεί καλό αυτό που κέρδισε ή ήδη έχει το άλλο άτομο-υπάρχουν βέβαια και περιπτώσεις αρρωστημένης ζήλειας, που τότε ο παρατηρητής δεν κάνει διακρίσεις και ζηλεύει παθολογικά τον άλλο, κάθε τι που μπορεί να έχει εκείνος. Στην περίπτωση των τεσσάρων άλλων συναισθημάτων, της χαράς ή της λύπης, για κάτι καλό ή κακό που έχει ο άλλος, τότε παίζει κύριο ρόλο πώς νοιώθει το άλλο άτομο, και για τον παρατηρητή. Για παράδειγμα, ένας άνθρωπος μπορεί να χαρεί που ο φίλος του πέρασε στο πανεπιστήμιο, ακόμα κι αν αυτός προσωπικά δεν ήθελε κάτι τέτοιο για τον εαυτό του ή ήθελε άλλη σχολή, γιατί φυσικά κάτι τέτοιο κάνει χαρούμενο τον φίλο του(:παράδειγμα αγάπης). Ή αντίθετα, να λυπηθεί που ο φίλος του δεν πέρασε, γιατί αυτό τον κάνει λυπημένο. Κι εδώ όμως υπάρχει μία εξαίρεση. Η εξαίρεση αυτή προκύπτει όταν ο παρατηρητής διαφωνεί σε μεγάλο βαθμό με την κρίση του ατόμου που αφορά το γεγονός, σε σχέση με αν αυτό είναι καλό ή κακό. Αν δηλαδή το άτομο θεωρεί πχ ότι το να περάσει κάποιος στο πανεπιστήμιο τη σήμερον ημέρα τελικά δεν είναι επωφελές κι ότι ο φίλος του θα ζημιωθεί από αυτό, τότε θα νοιώσει κυρίως λύπη και πολύ λίγο χαρά που ο φίλος του πέρασε. Βέβαια αυτή η λύπη δεν συνιστά ένα νέο συναίσθημα-είναι η συμπόνοια αφού το άτομο λυπάται για κάτι κακό που (κατά τη γνώμη του)συνέβη σε ένα άτομο που αγαπάει, το φίλο του(αυτά τα τρία υπογραμμισμένα χαρακτηριστικά αντιστοιχούν στη συμπόνοια-ειδικά τα πρώτα δύο). 

          Αυτές είναι σε γενικές γραμμές οι εσωτερικές-ψυχολογικές αντιδράσεις ενός ατόμου, σε σχέση με τα κεκτημένα(καλά και κακά των άλλων). Νομίζω ότι όλες αυτές, κι οι καλές, κι οι κακές, είναι φυσιολογικές. Είναι όμως σημαντικό να μην το παρακάνουμε. Ναι μεν ζούμε σε ένα κόσμο με άλλους κι είναι απόλυτα φυσιολογικό να μας επηρεάζουν κι αυτοί και οι ζωές τους, όμως πρέπει πάντα να θυμόμαστε ότι το σημαντικότερο και για μας, καθώς και εκείνο που ελέγχουμε ουσιαστικά, είναι η δική μας ζωή. Οπότε, είναι καλό να επικεντρωθούμε σε αυτήν και όχι στους άλλους. Δεν εννοώ βέβαια να αδιαφορούμε για τους άλλους, απλά θα είναι καλό να κοιτάμε κυρίως τον εαυτό μας.

                                                          Homo Cogitans

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου